Η στολή της μπάντας Η μπάντα της Φιλαρμονικής ακούστηκε δημόσια για πρώτη φορά σε θρησκευτική τελετή στις 11/23 Αυγούστου 1841 κατά τη διάρκεια της λιτανείας του Αγίου Σπυρίδωνα αποδίδοντας θρησκευτικά εμβατήρια από τα παράθυρα του κτιρίου της και στη συνέχεια από τον γυναικωνίτη της εκκλησίας του Αγίου. Ο λόγος της ημιεπίσημης εμφάνισης ήταν η έλλειψη μιας ομοιόμορφης ενδυμασίας. Αμέσως μετά η τότε διοίκηση της Φιλαρμονικής έσπευσε να λάβει άδεια από την Ιόνιο Γερουσία για να ετοιμάσει στολές και πηλίκια για τους μουσικούς. Η σχετική αίτηση κατατέθηκε στις 4/16 Σεπτεμβρίου 1841 και σε αυτή προτεινόταν τα χρώματα της στολής να είναι το μπλε και το λευκό (μια προφανής αναφορά στα ελληνικά εθνικά χρώματα). Παρότι οι βρετανικές αρχές δεν εναντιώθηκαν στην πρόταση της Φιλαρμονικής η Ιόνιος Γερουσία θεώρησε φρονιμότερο να ζητήσει τα χρώματα της προτεινόμενης στολής να είναι το μπλε και το μπορντώ, τα οποία αντιστοιχούσαν και με τα χρώματα της σημαίας του Ιονίου Κράτους.
Χαρακτηριστικό παρελκόμενο της μπάντας της Φιλαρμονικής είναι και το κράνος, το οποίο ήδη από το 1854 αντικατέστησε το απλό πηλίκιο στις κυριότερες επίσημες τελετές και εμφανίσεις της σε ανοικτούς χώρους. Ο νεωτερισμός αυτός δεν πέρασε απαρατήρητος από τον οξυδερκή σχολιασμό του Παναγιώτη Σαμαρτζή, ο οποίος στις «καθημερούσιες ειδήσεις» του σημείωνε για τη λιτανεία του Πρωτοκύριακου της χρονιάς εκείνης: «Η Φιλαρμονική είχε την νέαν στολην με τας περικεφαλαίας και έκαμνε εύμορφην παρουσίαν, όπου ο λαός επεσωρεύθη εκεί, βλεποντάς την.» Αλλά ακόμη και κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 η μπάντα της Φιλαρμονικής ξεχώριζε από τις υπόλοιπες, στρατιωτικές και μη, μπάντες εξαιτίας του κράνους. Ο Διονύσιος Λαυράγκας αναφέρει μάλιστα στα απομνημονεύματά του, ότι «η Φιλαρμονική Κερκύρας, η και αρχαιότερη, με τους κρανοφόρους μουσικούς της, τοποθετήθηκε τιμητικά πρώτη» ανάμεσα στις επαρχιακές μπάντες που είχαν έρθει στην Αθήνα για το κορυφαίο γεγονός. Με τον καιρό το κράνος έγινε αναπόσπαστο μέρος της στολής των μουσικών σωμάτων όλων των φιλαρμονικών σωματείων της Κέρκυρας, αλλά και πολλών εκτός αυτής. |